Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

TO ΚΑΤΑΠΤΥΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 13 ΤΗΣ ΔΑΝΕΙΑΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ



BRUSSELS:547482.2

DRAFT 02/03/12 2:54PM

13. ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

(1) Η παρούσα Σύμβαση και κάθε εξωσυμβατική αξίωση που γεννάται σε σχέση με αυτή θα διέπονται και θα ερμηνεύονται σύμφωνα με το Αγγλικό δίκαιο.

(2) Τα Μέρη υποχρεούνται να υπαγάγουν κάθε διαφορά που ενδέχεται να προκύψει σε σχέση με τη νομιμότητα, εγκυρότητα, ερμηνεία ή εκτέλεση της παρούσας Σύμβασης στην αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστηρίων του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

(3) Ο Όρος 13(2) εφαρμόζεται προς όφελος του ΕΤΧΣ. Κατά συνέπεια, τίποτε από όσα αναφέρονται στον όρο 13(2) δεν εμποδίζει το ΕΤΧΣ από το να εκκινήσει διαδικασίες αντιδικίας (οι"Διαδικασίες") στα δικαστήρια του Επωφελούμενου Κράτους Μέλους ή του εφαρμοστέου δικαίου της παρούσας Σύμβασης και το Επωφελούμενο Κράτος Μέλος αποδέχεται αμετάκλητα την υπαγωγή στην αρμοδιότητα των ανωτέρω δικαστηρίων. Στο μέτρο που το επιτρέπει ο νόμος, το ΕΤΧΣ θα μπορεί να εκκινήσει παράλληλες Διαδικασίες σε περισσότερες από μια από τις ανωτέρω δικαιοδοσίες.

(4) Το Επωφελούμενο Κράτος Μέλος και η Τράπεζα της Ελλάδος παραιτούνται με την παρούσα αμετάκλητα και ανεπιφύλακτα από κάθε δικαίωμα ασυλίας που ήδη έχουν ή μπορεί να δικαιούνται σε σχέση με τους ίδιους και τα περιουσιακά τους στοιχεία έναντι δικαστικών ενεργειών σχετικά με την παρούσα Σύμβαση, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά από κάθε δικαίωμα ασυλίας έναντι άσκησης αγωγής, έκδοσης δικαστικής απόφασης ή άλλης διάταξης, κατάσχεσης, εκτέλεσης ή ασφαλιστικού μέτρου και έναντι κάθε εκτέλεσης ή αναγκαστικού μέτρου σε βάρος των περιουσιακών τους στοιχείων στο μέτρο που αυτό δεν απαγορεύεται από αναγκαστικό νόμο.

http://tvxs.gr/news/user-post/kataptysto-arthro-13-tis-daneiakis-symbasis

ΟΧΙ ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ 2- ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΑΠΟΧΗ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ

To Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών, σε έκτακτη συνεδρίασή του της 9ης Φεβρουαρίου 2012, επικυρώνοντας την απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας, αποφάσισε ομόφωνα την αποχή από τα καθήκοντά μας τις ημέρες Δευτέρα 13, Τρίτη 14 και Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012.


Όλες οι νέες ΕΞΟΝΤΩΤΙΚΕΣ προβλέψεις του νέου Μνημονίου για τους δικηγόρους.

Μέχρι πριν 2 ημέρες, ο Γ.Γ. του Υπουργείου Δικαιοσύνης διαβεβαίωνε ότι δεν θα καταργηθεί η υποχρεωτική παράσταση δικηγόρων στα συμβόλαια, ούτε και οι ελάχιστες αμοιβές των έμμισθων δικηγόρων.

Ωστόσο, όπως προκύπτει από το κείμενο του νέου μνημονίου, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, και όπως αυτό είναι δημοσιευμένο στο vima.gr, όχι μόνο δεν ισχύει κάτι τέτοιο, αλλά – και εφόσον το κείμενο αυτό είναι το τελικό – προβλέπεται σειρά νέων ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΩΝ ρυθμίσεων για τον κλάδο μας, όπως:

- κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης δικηγόρων στα συμβόλαια

- κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών για τους έμμισθους δικηγόρους

- πλήρης απελευθέρωση των αμοιβών, δια της προκαταβολής όμως συγκεκριμένων ποσών

- αναθεώρηση των ασφαλιστικών μας εισφορών και των εισφορών μας προς τους Δικηγορικούς Συλλόγους

- διορισμός “μη δικηγόρων” ως διαμεσολαβητών

Ακολουθούν αναλυτικά οι διατάξεις του νέου Μνημονίου, όπως έχει δημοσιευτεί:

(σελ.26) Για τα νομικά επαγγέλματα, η Κυβέρνηση εκδίδει ένα Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο ορίζει προκαταβαλλόμενα ποσά για κάθε διαδικαστική ενέργεια ή παράσταση ενώπιον του δικαστηρίου (ορίζει δηλαδή ένα σύστημα προκαταβαλλόμενων καθορισμένων/ προσυμφωνημένων ποσών για κάθε διαδικαστική ενέργεια ή παράσταση ενώπιον του δικαστηρίου από δικηγόρο, το οποίο δεν συνδέεται με κάποιο συγκεκριμένο «ποσό αναφοράς»). [ΤΡΙΜ.1-2012]

• Η Κυβέρνηση διεξάγει μία αξιολόγηση σχετικά με το βαθμό στον οποίο οι εισφορές των δικηγόρων και των αρχιτεκτόνων για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των επαγγελματικών οργανώσεών τους είναι εύλογες, αναλογικές και δικαιολογημένες. [ΤΡΙΜ.1-2012]

• Η Κυβέρνηση προσδιορίζει μέτρα για την αποσύνδεση της φορολογίας, των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, των (τυχόν) μερισμάτων και των καταβολών προς τις επαγγελματικές ενώσεις από τις δικηγορικές αμοιβές. [Απρίλιος 2012]

• Η Κυβέρνηση ορίζει τις εισφορές των δικηγόρων και των μηχανικών προς τιςεπαγγελματικές τους οργανώσεις, οι οποίες εισφορές αντανακλούν τα λειτουργικά έξοδα για τις υπηρεσίες που παρέχονται από τις εν λόγω οργανώσεις. Οι εν λόγω εισφορές καταβάλλονται περιοδικά και δεν συνδέονται με τις τιμές που χρεώνονται από τα επαγγέλματα [ΤΡΙΜ.3-2012]

_________________________

(σελ.26) Μεταρρύθμιση του κώδικα περί δικηγόρων

Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της Κυβέρνησης για την αναθεώρηση του Κώδικα περί -ικηγόρων, η Κυβέρνηση τροποποιεί τους όρους εισδοχής και επανεισδοχής καθώς και τις προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος. Το προσχέδιο νόμου κατατίθεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως το τέλος Φεβρουαρίου 2012 και υιοθετείται έως το τέλος Ιουνίου 2012.

Πριν το τέλος Ιουνίου 2012, υιοθετείται νομοθεσία για:

• την τροποποίηση ή κατάργηση διατάξεων σχετικά με την τιμολόγηση, την πρόσβαση και την άσκηση επαγγελματικών ή οικονομικών δραστηριοτήτων που αντίκεινται στο Νόμο 3919/2011, το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις αρχές ανταγωνισμού. Πιο συγκεκριμένα:

o καταργείται το Άρθρο 42.1 του Νομοθετικού Διατάγματος 3026/1954 σχετικά με την υποχρεωτική παρουσία δικηγόρου για την υπογραφή πράξεων ενώπιον συμβολαιογράφου για μία σειρά νομικών συναλλαγών,

o καταργούνται τα Άρθρα 92.2 και 92Α του Νομοθετικού -ιατάγματος 3026/1954 που προβλέπουν το ελάχιστο ποσό που οφείλεται σε δικηγόρους που αμείβονται αποκλειστικά για υπηρεσίες που παρέχουν με έμμισθη εντολή. Το παρόν προβλέπεται με την επιφύλαξη ύπαρξης κανόνων αμοιβής για τους ασκούμενους δικηγόρους.

____________________

(σελ.28) Να καταργήσει το άρθρο 12, παρ.2, του Ν. 3853/2010, το οποίο προβλέπει ότι τα προσύμφωνα σύστασης εταιριών θα πρέπει να προτείνονται αρχικά από τους συμβολαιογραφικούς και δικηγορικούς συλλόγους προτού το Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας μπορέσει να εκδώσει τη σχετική κοινή υπουργική απόφαση που προβλέπεται σε αυτό. [1ο τρίμηνο 2012]

_____________________

(σελ.39) Η Κυβέρνηση αποφασίζει για την ημερομηνία μέχρι την οποία θα επιτρέψει την πρόσβαση στο νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα του διαμεσολαβητή σε μη δικηγόρους, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις για τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα, και παρουσιάζει ένα σχέδιο δράσης το οποίο θα διασφαλίζει ότι οι μη δικηγόροι θα μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης, αρχίζοντας από την ημερομηνία αυτή. [1ο τρίμηνο του 2012]

(πηγή του κειμένου του μνημονίου: tovima.gr)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: όπως προαναφέρθηκε, τα ανωτέρω στηρίζονται στο κείμενο του μνημονίου που δημοσίευσε σήμερα το tovima.gr. Πραγματικά ελπίζουμε να πρόκειται για “λάθος κείμενο”, αλλά υποψιαζόμαστε ότι δυστυχώς δεν είναι.

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

Αποφάσεις Ολομέλειας Λάρισας 6-2-2011

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΩΝ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας εκφράζει την απόλυτη αντίθεση στις προτάσεις της Πολιτείας καθώς διαπιστώνεται ότι αυτές αφενός κινούνται ευδιάκριτα στην κατεύθυνση της νόθευσης του θεσμικού ρόλου και της μετατροπής του Δικηγόρου σε «επιχειρηματία», αφετέρου προδιαγράφουν την σταδιακή οικονομική εξαθλίωση και εν τέλει επαγγελματική περιθωριοποίηση ή έξοδο από το επάγγελμα, ενός μεγάλου τμήματος του σημερινού Δικηγορικού Σώματος.

Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι η σπουδή και η απολυτότητα με τις οποίες επιχειρεί η Πολιτεία να προχωρήσει σε ουσιαστική κατάργηση των ελαχίστων δικηγορικών αμοιβών σε συνδυασμό με την κατάργηση των γεωγραφικών περιορισμών και της ίδρυσης εταιρειών μεταξύ Δικηγόρων διαφορετικών Συλλόγων, ενισχύει την άποψη ότι και αυτό το εγχείρημα εντάσσεται στην προσπάθεια αποδόμησης των κοινωνικών πυλώνων της οικονομίας και την παράδοση αυτής σε ακραίους «κανόνες» της αγοράς, καθ’ υπόδειξη συντελεστών της τελευταίας, που μοναδικό μέλημα έχουν την μεγιστοποίηση των κερδών τους.

Άλλωστε, οι τελευταίοι και μόνο επιδεικνύουν συστηματικά και απροκάλυπτα το ενδιαφέρον τους για την άρση των ελάχιστων υποχρεωτικών ορίων αμοιβών, προσδοκώντας σε δραστική μείωση των σχετικών δαπανών τους, μέσω της απασχόλησης δικηγόρων, κυριολεκτικά «αντί πινακίου φακής» και δυστυχώς είναι, ομοίως, οι μοναδικοί που έχουν δυνατότητα να επιβάλλουν τους όρους στους συνεργαζόμενους Δικηγόρους.

Δυστυχώς διαπιστώνουνε ότι ο διάλογος και η κοινωνική διαβούλευση εκλαμβάνεται από την Κυβέρνηση ως επικοινωνιακό παιχνίδι, με στόχο τον απόλυτο αποπροσανατολισμό της ελληνικής κοινωνίας.

Εξαντλώντας κάθε περιθώριο περαιτέρω διαβούλευσης με την Πολιτεία, δηλώνουμε αποφασισμένοι να διαφυλάξουμε το κύρος και την ιστορία του Δικηγορικού Σώματος, με διαδρομή πλέον των 150 ετών και παρακαταθήκη πολλών αγώνων για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και την προστασία των ατομικών και των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών

Και αποφάσισε ομοφώνως

1) Αποχή από τα καθήκοντά τους μέχρι και 14 Φεβρουαρίου 2011.

2) Συνέχιση της διακοπείσας σήμερα Ολομέλειας για τις 12.2.2011 στα γραφεία του Λ.Ε.Δ.Ε. (Αχαρνών 29 ) και ώρα 11π.μ.

3) Συνέντευξη τύπου στην Αθήνα σε ώρα που θα ορισθεί σε εύλογο χρόνο.

4) Συλλαλητήριο των Προέδρων, των Διοικητικών Συμβουλίων και των μελών των Συλλόγων στη Βουλή κατά την δεύτερη ανάγνωση του Νομοσχεδίου στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών υποθέσεων της Βουλής την Παρασκευή 11.2.2011 και ώρα 13.00.

Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

Δεν περιμένουμε άλλο τον Γκοντό, συνεχίζουμε την αποχή - ολόκληρο το Δελτίο Τύπου της Ολομέλειας

Όπως είναι γνωστό, η Συνεδρίαση της Ολομέλειας της 17-01-2011 είχε διακοπεί μετά την αιφνίδια αποχώρηση του Προέδου του ΔΣΑ, Παξινού. Μετά από αίτημα 33 Δικηγορικών Συλλόγων, αποφασίστηκε να συνεχισθεί η διακοπείσα συνεδρίαση την 25-01 στη Θεσσαλονίκη. Εκεί ο σύλλογός μας εκπροσωπήθηκε από τους συναδέλφους κ. Παπάκο και Παπαδόπουλο. Στη συνεδρίαση μετείχαν συνολικά 40 Δικηγορικοί Σύλλογοι. Ο κ. Παξινός φυσικά δεν προσήλθε. Παρά ταύτα οι παρόντες πρόεδροι (ευτυχώς) αποφάσισαν να μην τον περιμένουν άλλο και μετά από συζήτηση έλαβαν τις εξής αποφάσεις:

Α) Υποβολή αιτήματος στην κυβέρνηση για συνέχιση της διαβούλευσης επί του ν/σ για το άνοιγμα των επαγγελμάτων μαζί με κείμενο στο οποίο εκφράζεται η αντίθεση σε ρυθμίσεις του ν/σ

Β) Συνέχιση της αποχής μέχρι την 4-2-2011

Γ) Διακοπή των εργασιών της Ολομέλειας και συνέχιση της συνεδρίασης την 5-2 στην Λάρισα

Το Δελτίο τύπου που εξέδωσε η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων έχει ως εξής:

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Θέμα: Πανελλαδική αποχή δικηγόρων

41 Δικηγορικοί Σύλλογοι από όλη την Ελληνική επικράτεια συμπεριλαμβανομένου και του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, μετείχαν στις εργασίες της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος που διεξάγεται, ως συνέχεια της Ολομέλειας της 17ης Ιανουαρίου 2011 που έγινε στην Αθήνα.

Πριν την έναρξη των εργασιών, το λόγο πήραν ο κ. Παπάκος, δικηγόρος Πατρών, ως εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών, ο οποίος αναφέρθηκε στις διατάξεις του σχεδίου νόμου που αφορά στον έγγραφο τύπο της συμφωνίας με την οποία θα διασφαλίζονται οι αμοιβές των δικηγόρων.

Στη συνέχεια, το λόγο έλαβε ο κ. Σωτήριος Αθανασίου, δικηγόρος Ιωαννίνων, ο οποίος ανέπτυξε τις θέσεις του σχετικά με τον κίνδυνο νομιμοποίησης των «πολυεπαγγελματικών» ή κεφαλαιουχικών εταιρειών με την ψήφιση των νέων ρυθμίσεων πέρα από τον κίνδυνο των «διατυπικών» εταιριών, για τις οποίες έχουν ήδη εκφρασθεί αντιρρήσεις από τους δικηγόρους.

Στη συνέχεια πρότεινε να προβλεφθεί ρητά η απαγόρευση πολυεπαγγελματικής δικηγορικής εταιρείας.

Η συνεχισθείσα Ολομέλεια μετά από διακοπή , ομόφωνα αποφασίζει ύστερα από διαλογική συζήτηση να εκφράσει ΤΗΝ ΑΝΤΙΘΕΣΗ της ΣΤΟ ΠΝΕΥΜΑ, ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ τους ΣΤΟΧΟΥΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ στη ΔΗΘΕΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑΤΟΣ.

.

Για το σκοπό αυτό αποφάσισε ομόφωνα και κηρύσσει πανελλαδική αποχή των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους από την Τετάρτη 26 Ιανουαρίου μέχρι και την Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης συντάχθηκε με την απόφαση αυτή αλλά λόγω αντικειμενικής αδυναμίας έγκαιρης ενημέρωσης των συναδέλφων θα συμμετάσχει στην αποχή από την Παρασκευή 28/01/2011

Διακόπτει τις εργασίες της και αποφασίζει τη συνέχισή τους το Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011 στη Λάρισα ώρα 12.00. Ορίζει εκπρόσωπο της Ολομέλειας τον προεδρεύοντα και Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσ/νίκης κ, Μανόλη Λαμτζίδη με σκοπό να γίνουν τα απαραίτητα διαβήματα προς κάθε κατεύθυνση. Ζητά παράταση της διαβούλευσης με τους αρμόδιους παράγοντες τουλάχιστον μέχρι και την Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου, οπότε και θα υποβάλουμε συγκεκριμένες προτάσεις.


Οι θέσεις που αποφασίσθηκαν στην άνω συνεδρίαση είναι οι ακόλουθες:
- Είμαστε αντίθετοι στην κατάργηση της λειτουργηματικής ιδιότητας του δικηγόρου και στην κατάργηση της εδαφικής αρμοδιότητας με τον τρόπο που θεσπίζεται.
- Είμαστε απόλυτα αντίθετοι στην πολυεπαγγελματική και διατοπική εταιρία και στην άσκηση πολλαπλών δραστηριοτήτων από δικηγόρους
- Ζητάμε τη διατήρηση των ελαχίστων-ενδεικτικών αμοιβών των δικηγόρων σε όλες τις δικαστικές και εξώδικες πράξεις και την κατάργηση της έγγραφης συμφωνίας ως υποχρεωτικό όρο καθορισμού της εν γένει δικηγορικής αμοιβής.
- Αρνούμαστε την διαφήμιση με τρόπο που δεν συνάδει στη λειτουργηματική φύση του δικηγόρου.




Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Παρατηρήσεις του συναδέλφου Νίκου Παπάκου επί του σχεδίου τροποποίησης του Κώδικα Δικηγόρων

Με το προτεινόμενο νομοσχέδιο επιχειρείται η τροποποίηση κάποιων διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων, που αφορούν στις ελάχιστες αμοιβές των δικηγόρων, στην διαφήμιση και τους γεωγραφικούς περιορισμούς, αλλά και τις δικηγορικές εταιρείες, κατ’επιταγή των ευρωπαϊκών οδηγιών, σχετικά με τα κλειστά επαγγέλματα.
Παραθέτω κάποιες ‘γρήγορες’ σκέψεις επί του προτεινόμενου νομοσχεδίου, λόγω του πολύ σύντομου χρόνου επεξεργασίας του εν λόγω σχεδίου, και δη αναφορικά μόνο με τις αμοιβές των δικηγόρων, τις οποίες θέτω προς διάθεση όλων και δη κυρίως των αρμοδίων θεσμικών οργάνων του κλάδου μας, ενόψει μάλιστα της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας, που λαμβάνει χώρα αύριο, 17-1-2011.
Τα λοιπά ζητήματα άλλωστε είναι μικρότερης σημασίας (πλην ενδεχομένως αυτού του γεωγραφικού περιορισμού, σε συνδυασμό με την δυνατότητα ίδρυσης δικηγορικών εταιρειών με μέλη από διάφορους δικηγόρους συλλόγους, που ενέχει κάποιους κινδύνους) και τα οποία, όπως π.χ. η διαφήμιση, χρήζουν περαιτέρω διευκρίνισης από τους συλλόγους τους ίδιους.

1) Να ερευνηθεί η αναγκαιότητα διατήρησης της παρ.1 του άρθρου 54 «1. Ο παρ` Ειρηνοδικείω ειδικώς τοποθετημένος Δικηγόρος δικαιούται να παρίσταται και ενεργή τας διαδικαστικάς πράξεις μόνον ενώπιον του Ειρηνοδικείου τούτου. Υπαρχόντων τεσσάρων τουλάχιστον τοιούτων Δικηγόρων, ούτε Δικηγόρος παρά τω Πρωτοδικείω της αυτής περιφερείας, ούτε δικολάβος δύναται ν` ασκήση το λειτούργημά του παρά τω Ειρηνοδικείω τούτω.», όταν με τη προτεινόμενη τροποποίηση αφενός αντικαθίστανται όλες οι υπόλοιποι παράγραφοι και αφετέρου δεν υπάρχουν πλέον (εδώ και πολλά χρόνια) ‘ειδικά τοποθετημένοι παρ’Ειρηνοδικείω δικηγόροι’, ούτε βεβαίως ‘δικολάβοι’.

2) Παρατήρηση: Το πρώτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 57 αλλάζει μόνο ως προς την δημοτική γλώσσα;

3) Να διαγραφεί από τη προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 92 παρ.1 «1.Τα της αμοιβής του Δικηγόρου ορίζονται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία τούτου και του εντολέως ….» η λέξη «έγγραφη», δηλαδή η συμφωνία να είναι προφορική και όχι έγγραφη. Καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του σχεδίου, στην οποία αναφέρεται η λέξη «έγγραφη συμφωνία», να αντικατασταθεί από τη λέξη «συμφωνία». Επίσης να διαγραφούν οι υπογραμμισμένες λέξεις «έγκυρης έγγραφης», από τη προτεινόμενη διάταξη (92 παρ.1 εδ.γ) «Στην περίπτωση που δεν προκύπτει ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, ισχύουν οι οριζόμενες σύμφωνα με τα κατωτέρω νόμιμες αμοιβές». Τέλος και η προτεινόμενη διάταξη του πρώτου εδαφίου της παρ.2 του άρθρου 95 «Η συμφωνία περί αμοιβής αποδεικνύεται σε κάθε περίπτωση με την προσκόμιση του περί αυτής εγγράφου» να αντικατασταθεί ως εξής «Η συμφωνία περί αμοιβής αποδεικνύεται με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο»
Η προτεινόμενη διάταξη δημιουργεί σοβαρά θέματα (αλλά και αμφιβολία) για τον απαιτούμενο τύπο στον οποίο υποβάλλει την εν λόγω συμφωνία και τις συνέπειες έλλειψης του τύπου αυτού. Δηλαδή εάν απαιτείται έγγραφος τύπος (άρθρα 158-159 Α.Κ.) για την εν λόγω συμφωνία, η έλλειψη του οποίου δημιουργεί ενδεχομένως ακυρότητα της σύμβασης (ως προς το ύψος της αμοιβής), τότε δημιουργείται μέγα θέμα, για το οποίο δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να αποδεχθούμε τον έγγραφο τύπο για τα της αμοιβής του δικηγόρου. Και τούτο για τους εξής λόγους: Στον Αστικό Κώδικα ο κανόνας του τύπου των συμβάσεων είναι ο άγραφος τύπος, δηλαδή η προφορική συμφωνία (βλ. μίσθωση, πώληση, σύμβαση έργου, σύμβαση εργασίας, σύμβαση εντολής κλπ.) και όχι ο έγγραφος τύπος, που έχει θεσπιστεί για συγκεκριμένες και πολύ λίγες συμβάσεις και για λόγους σκοπιμότητας (π.χ. σύμβαση εγγύησης, του άρθρου 849 Α.Κ.). Και τούτο προφανώς γιατί είναι αδιανόητο στην πράξη να απαιτείται έγγραφος τύπος για απλές καθημερινές συναλλακτικές επαφές, η έλλειψη του οποίου θα καθιστούσε άκυρες τις συμβάσεις αυτές. Επιπρόσθετα η σύμβαση ανάθεσης μιας εργασίας σε έναν δικηγόρο έχει κριθεί πάγια ότι αποτελεί σύμβαση έμμισθης εντολής, η οποία επίσης είναι προφορική.
Εάν λοιπόν η σύμβαση ανάθεσης της εντολής στον δικηγόρο είναι (και παραμένει) προφορική, πλην όμως απαιτείται έγγραφος τύπος μόνο για το ύψος της αμοιβής, η έλλειψη μάλιστα του οποίου (κατά τις νέες διατάξεις) παραπέμπει σε ‘νόμιμες αμοιβές’, τότε αντιμετωπίζουμε το ενδεχόμενο τα Δικαστήρια, σε περίπτωση μη καταβολής της πραγματικά συμφωνηθείσας αμοιβής του εντολέα προς τον Δικηγόρο, να δέχονται την ανατεθείσα σε αυτόν, κατόπιν προφορικής εντολής, και εκτελεσθείσα από αυτόν, εργασία του Δικηγόρου, ως νόμιμη, πλην όμως να μην επιδικάζουν την πραγματικά συμφωνηθείσα (και μη αποδεικνυόμενη με έγγραφο τύπο) αμοιβή, αλλά την ‘νόμιμη’ (εάν και εφόσον υπάρχει τέτοια, έστω ως ποσό αναφοράς ή ελάχιστη ή όπως αλλιώς ονομάζεται, είτε τώρα είτε στο μέλλον, πολύ δε περισσότερο που η διάταξη παραπέμπει ευθέως στις ‘νόμιμες αμοιβές’ και όχι στα μέχρι σήμερα ποσοστά επί της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς των άρθρων 100 επ. Κώδικα περί Δικηγόρων) και θα αποκλείει τον δικηγόρο να ανατρέξει ακόμα και στις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, για την διεκδίκηση της πραγματικά (προφορικά) συμφωνηθείσας αμοιβής του αυτής, η οποία είτε αυτή δεν έχει διατυπωθεί εγγράφως είτε αυτή υπερβαίνει το ύψος της τυχόν έγγραφης συμφωνίας. Η απαίτηση του έγγραφου τύπου έρχεται να ‘εξασφαλίσει’ μόνο τις φορολογικές υποχρεώσεις του δικηγόρου απέναντι στην φορολογούσα αρχή και τίποτα άλλο. Πλην όμως ο Κώδικας Δικηγόρων αποτελεί ουσιαστικό δίκαιο και δεν μπορεί να υπεισέρχονται σε αυτό διατάξεις φορολογικού δικαίου και όσες υπάρχουν είναι υπεραρκετές.
Αντίθετα μάλιστα ο έγγραφος τύπος θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα στην δικαστική διεκδίκηση της αμοιβής του δικηγόρου και πολύ πιθανόν να αποτελέσει και όπλο μη καταβολής της οφειλόμενης αμοιβής από τον εντολέα σε πολλές περιπτώσεις. Π.χ. Στη περίπτωση που υπάρχει ‘έγγραφη συμφωνία’ για μικρότερη αμοιβή (προκειμένου και μόνο ο εντολέας να μην καταβάλλει τον αναλογούντα Φ.Π.Α. επί της πραγματικά συμφωνηθείσας μεγαλύτερης αμοιβής), στην συνέχεια να αρνείται ο εντολέας την καταβολή της μεγαλύτερης αυτής αμοιβής, επικαλούμενος την έγγραφη συμφωνία (της οποίας προφανώς θα έχει αντίγραφο). Επίσης πολλές φορές δεν γνωρίζουμε ή δεν προβλέπουμε σωστά και με σχετική ακρίβεια εκ των προτέρων είτε τον χρόνο απασχόλησης σε κάθε υπόθεση, είτε τη δυσκολία της υπόθεσης είτε την ύπαρξη περισσότερων διαδικαστικών πράξεων και τον χρόνο απασχόλησης (προδικαστικές αποφάσεις, ένορκες βεβαιώσεις, πολλές κοινοποιήσεις, πραγματογνωμοσύνες, ματαιώσεις, κλπ.) είτε ακόμα και το ύψος των εξόδων μίας δίκης, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να εκτιθέμεθα και απέναντι στον εντολέα για το ύψος της συνολικής του οφειλής. Ως αντιληπτόν θα μπορεί ο εντολέας να αρνηθεί την καταβολή των επιπλέον χρημάτων επικαλούμενος την έγγραφη συμφωνία. Επιπρόσθετα ανοίγει το θέμα για προστριβές μεταξύ εντολέα και πελάτη και βεβαίως αντιλαμβάνεται κανείς ότι θα δημιουργηθούν πλείστα όσα θέματα π.χ. απώλεια της έγγραφης συμφωνίας, ισχυρισμός περί πλαστογραφίας της υπογραφής του εντολέα από τον δικηγόρο, ισχυρισμός περί πλάνης ως προς την συμφωνηθείσα αμοιβή, έγγραφες συμφωνίες χωρίς συμπληρωμένο το ύψος της αμοιβής κλπ., τα οποία είναι βέβαιο ότι αποτελούν μία καλή αφορμή για να καταλήξουν στα δικαστήρια Τέλος και με προσεκτικότερη (και με περισσότερο χρόνο) μελέτη του θέματος, ενδεχομένως να υπάρχουν πολύ περισσότερα προβλήματα από τα παραπάνω αναφερόμενα, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν θα υπήρχαν εάν η συμφωνία ήταν προφορική και όχι έγγραφη, όπως τούτο συνέβαινε μέχρι τώρα, χωρίς ποτέ ο κλάδος μας να ζήτησε (για την κατοχύρωση της αμοιβής του δικηγόρου) την αναγκαιότητα της ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας, αφού υπήρχε η ασφαλιστική δικλίδα της ελάχιστης αμοιβής (ποσοστά με βάση την αξία του αντικειμένου της διαφοράς των άρθρων 100 επ. Κώδικα περί Δικηγόρων). Άλλωστε η φορολογούσα αρχή μπορεί να θεσπίσει στη συνέχεια φορολογικά μέτρα (π.χ. αντικειμενικά κριτήρια, ύψος νομίμων αμοιβών κλπ.), χωρίς να μας ρωτήσει και με βάση τα οποία μπορεί να φορολογεί τους δικηγόρους, χωρίς επίσης το ένα να αποκλείει το άλλο.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερόμενα, δεν κατανοώ τον λόγο που θα έπρεπε να αποδεχθούμε την τροποποιούμενη διάταξη του άρθρου 92 παρ.1 για την «έγγραφη» συμφωνία σχετικά με την αμοιβή του δικηγόρου, αφού η εν λόγω διατυπούμενη διάταξη σε καμία περίπτωση δεν τίθεται για το συμφέρον του κλάδου μας και για την είσπραξη της αμοιβής μας, που μέχρι σήμερα μας εξασφάλιζε ο Κώδικας περί Δικηγόρων, αντίθετα μάλιστα είναι πλέον βέβαιο ότι θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα στην διεκδίκηση της αμοιβής μας.

4) Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να τα σκεφθούμε και υπό το εξής πρίσμα: Εφόσον πλέον η αμοιβή συμφωνείται ελεύθερα και σε περίπτωση έλλειψης συμφωνίας περί αυτής ισχύουν οι «νόμιμες αμοιβές», τότε θα πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα εάν οι αμοιβές των άρθρων 98 και 100 επ. του Κώδικα περί Δικηγόρων εξακολουθούν να υπερισχύουν ή να ισχύουν παράλληλα με τις «νόμιμες αμοιβές» (όπως μέχρι σήμερα γινόταν μεταξύ των ‘φορολογικών’ αμοιβών της Κ.Υ.Α. και των άρθρων 100 επ. Κώδικα, αφού κατίσχυε ο Κώδικας της Κ.Υ.Α. –βλ.ΑΠ 1376/2009 Δνη 2009,1690, και δεν μπορούσε να συμφωνηθεί αμοιβή μικρότερη της ελάχιστης –βλ.ΑΠ 556/2009, 566/2009, 1586/2009 δημ.ΝΟΜΟΣ) ή όχι (καθότι στο προτεινόμενο άρθρο 92 παρ.1 εδ.στ αντικαθίσταται το ελάχιστο ποσό της αμοιβής του άρθρου 98 επ. με τις νόμιμες αμοιβές, κάτι που δεν έκανε μέχρι σήμερα η Κ.Υ.Α.) ή τέλος θα περιοριστούν στο μέλλον, με την έκδοση του προβλεπόμενου στην προτεινόμενη διάταξη, του άρθρου 92 παρ.1 προτελευταίο εδάφιο, προεδρικού διατάγματος, σχετικά με τα ποσοστά επί της αξίας του αντικειμένου της δίκης (πχ.2% για σύνταξη αγωγής κλπ.) και σε ποιόν βαθμό.
«Αρθρο 98. Εν ελλείψει ειδικής συμφωνίας, το ελάχιστον ποσόν της αμοιβής του Δικηγόρου ορίζεται κατά τας διατάξεις των επομένων άρθρων αυξανόμενον κατά την κρίσιν του δικαστού ή του δικαστηρίου, αναλόγως της επιστημονικής εργασίας, της αξίας και του είδους της διεκπεραιωθείσης υποθέσεως, του καταναλωθέντος χρόνου, της σπουδαιότητος της διαφοράς, των ιδιαζουσών αυτή περιστάσεων και εν γένει των καταβληθεισών δικαστικών ή εξωδίκων ενεργειών. 2. Κατά τον προσδιορισμόν τούτον η αποτίμησις εκάστης πράξεως και ενεργείας δεν δύναται να ορισθή υπό των δικαστηρίων και των δικαστικών αρχών κατωτέρα της εν τοις επομένοις άρθροις».
Η σαφής απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα θα μας κάνει γνωστή τη σκοπιμότητα της τροποποιούμενης διάταξης και την άμεση απάντησή μας σε αυτή.

5) Παρατήρηση: Η διατύπωση της εν λόγω διάταξης είναι αμφίβολη (άρθρου 92 παρ.1 εδ.δ) «Με βάση τις νόμιμες αμοιβές διενεργείται από τα Δικαστήρια η επιδίκαση πινάκων δικαστικών εξόδων καθώς και η εκκαθάριση πινάκων δικηγορικών αμοιβών στην περίπτωση που δεν προκύπτει έγκυρη έγγραφη συμφωνία περί αμοιβής….», καθότι είναι προφανές ότι δεν είναι δυνατόν να μετατεθεί στον αντίδικο, κατά τον καθορισμό των δικαστικών εξόδων, η όποια συμφωνία (ενδεχομένως υπέρογκη) περί αμοιβής μεταξύ νικήσαντα εντολέα και δικηγόρου του και η περίπτωση της έγκυρης έγγραφης συμφωνίας, η έλλειψη της οποίας παραπέμπει στις νόμιμες αμοιβές, ισχύει προφανώς μόνο για την διεκδίκηση της αμοιβής του δικηγόρου από τον εντολέα του. Το ίδιο ισχύει και για την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 178 του Κώδικα.

6) Παρατήρηση: Στην προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 92 παρ.1 εδ.στ΄ και ζ’ «Όπου στις διατάξεις των άρθρων 98-102, 104-123, 125-134, 139-156, 167 και 169 του παρόντος Κώδικα καθώς σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη νόμου που περιέχει ρύθμιση περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών …. γίνεται αναφορά σε «ελάχιστα όρια αμοιβών», ή «ελάχιστες αμοιβές» ή «αμοιβές», νοούνται εφεξής οι «νόμιμες αμοιβές» κατά την έννοια των προηγουμένων εδαφίων. Από τις οριζόμενες στην Κ.Υ.Α….. ως υποχρεωτικές «ελάχιστες αμοιβές», εξακολουθούν να ισχύουν, αλλά εφεξής ως «νόμιμες αμοιβές»…. μόνον εκείνες (του Κεφαλαίου Ι «Παραστάσεις σε Δικαστήρια»)….». Δηλαδή οι νέες «νόμιμες αμοιβές» αφορούν μόνο στις παραστάσεις στα Δικαστήρια και όχι στις εξωδικαστικές αμοιβές, οι οποίες αναφέρονταν στην άνω Κ.Υ.Α. ως Κεφάλαιο ΙΙ και προέβλεπαν τιμή ανά ώρα συμβουλής. Πλην όμως για τις εξωδικαστικές ενέργειες, όπως αυτές εμπεριέχονται στο άρθρο 156 Κώδικα, «ΙΑ) Εργασίαι εξώδικοι. Αρθρο 156. 1. Διά την παροχήν συμβουλής μετά μελέτην εγγράφων ή μετ` απόφασιν προς προφορικήν ανάπτυξιν υποθέσεως ή ζητήματος, το ελάχιστον όριον της αμοιβής είναι δραχ. 30, προκειμένου περί της πρώτης συμβουλής και δραχ. 15 προκειμένου περί εκάστης των επομένων. 2. Ως επόμεναι συμβουλαί θεωρούνται αι αφορώσαι εις την συνέχισιν της αρξαμένης ενεργείας και ειδικώτερον αι παρασκευάζουσαι την τηρητέαν επί της υποθέσεως πορείαν. 3. Διά την παροχήν πληροφοριών περί του σημείου εις ο ευρίσκεται η υπόθεσις ουδεμία παρέχεται αμοιβή. 4. Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και όταν αι εν αυταίς εργασίαι εκτελώνται δι` αλληλογραφίας», δεν υπάρχουν οι νέες «νόμιμες αμοιβές», σύμφωνα με τα παραπάνω, αφού δεν ισχύει η άνω Κ.Υ.Α..
Ως εκ τούτου θα πρέπει να τροποποιηθεί η διάταξη του άρθρου 156 Κώδικα και να συμφωνηθεί με ελεύθερη συμφωνία η αμοιβή για κάθε εξώδικη εργασία, εκτός εάν τούτο θεωρείται ότι εμπεριέχεται στην αρχική διάταξη του άρθρου 92. Ενδεχομένως βεβαίως να πρέπει να καταργηθούν και όλες οι διατάξεις που αφορούν στις (μεταλλικές) δραχμές, αλλά σε κάθε περίπτωση ερωτάται «ποια η νόμιμη αμοιβή για τις εξώδικες εργασίες, εάν δεν υπάρχει συμφωνία περί αυτού;» Το ίδιο και για τις διατάξεις των επόμενων άρθρων (158, 159, 162, 163, 164, 165 και 166 Κώδικα Δικηγόρων).
Επί τη ευκαιρία, τέλος θα πρέπει να τροποποιηθεί η παρ.4 του άρθρου 156 Κώδικα με τη συμπλήρωση λέξεων, ως εξής «Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και όταν οι εργασίες που αναφέρονται σε αυτές εκτελούνται μέσω αλληλογραφίας (έγγραφης ή ηλεκτρονικής) ή τηλεφώνου.».

7) Επιπρόσθετα για τον ίδιο ως άνω λόγο, αφού η Κ.Υ.Α. δεν ισχύει για την συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς του άρθρου 157Α του Κώδικα, (καθότι ναι μεν αποτελεί δικαστική ενέργεια, που υπάρχει στο Κεφάλαιο Ι της Κ.Υ.Α., πλην όμως δεν αναφέρεται, η εν λόγω διάταξη του άρθρου 157Α στην ως άνω τροποποιούμενη διάταξη, του άρθρου 92 παρ.1 εδ.στ, σε αυτές που αντικαθιστά τις ελάχιστες με τις νόμιμες αμοιβές), ερωτάται ποια η νόμιμη αμοιβή, σε περίπτωση μη ύπαρξης συμφωνίας;
«Αρθρο 157 Α 1. Κατά την πρώτη συνάντηση για την απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, κατά το άρθρο 214 Α του Κ.Πολ.Δ., κάθε διάδικος οφείλει να έχει προκαταβάλει την αμοιβή του δικηγόρου του για παράσταση ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου, κατά τις κείμενες διατάξεις. Το σχετικό γραμμάτιο προείσπραξης προσαρτάται στο οικείο πρακτικό συμφωνίας ή αποτυχίας της απόπειρας ή στη συντασσόμενη δήλωση. 2. Δικηγόρος, που παραστάθηκε χωρίς να προσαρτηθεί το γραμμάτιο καταβολής της αμοιβής του, κατά την προηγούμενη παράγραφο, υπέχει την υποχρέωση και την ευθύνη που προβλέπεται στην παρ. 11 του άρθρου 5 του ν. 2408/1996, εφαρμοζομένων και των λοιπών διατάξεων της παραγράφου αυτής. 3. Αν επιτευχθεί εν όλω ή εν μέρει συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, οι δικηγόροι των διαδίκων δικαιούνται και την κατά το άρθρο 124 παρ. 1 αμοιβή. 4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται όταν υπάρχει συμφωνία αμοιβής που διέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 3 έως 6 του άρθρου 92 ή ο δικηγόρος απασχολείται με πάγια περιοδική αμοιβή. *** Το άρθρο 157Α προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.6 Ν.2479/1997 (ΦΕΚ Α 67/5-6-1997) και εφαρμόζεται στις αγωγές που κατατίθενται από την 16η Σεπτεμβρίου 1999 και κατόπιν. ( Το άρθρ.1 Ν.2298/1995 (Α 62), με το οποίο είχε προστεθεί το προηγούμενο άρθρο 157Α,καταργήθηκε με την παρ.5 άρθρ.6 Ν.2479/1997)»

8) Παρατήρηση: Θα πρέπει πλέον και επί τη ευκαιρία να δούμε με πολύ μεγάλη σοβαρότητα και το θέμα της ακυρότητας του εργολαβικού συμβολαίου για την περίπτωση μη κατάθεσής του στον Δικηγορικό Σύλλογο, εντός προθεσμίας 20 ημερών, ως τούτο κρίθηκε (εσφαλμένα βεβαίως) από την τελευταία με αριθμό 27/2008 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (βλ.σημείωση Κ.Μπέη κάτωθι της άνω απόφασης στη Δίκη 2008/991) και να τροποποιηθεί αναλόγως η σχετική διάταξη του άρθρου 92 παρ.4 με την απάλειψη της εν λόγω ακυρότητας και την αντικατάστασή της με πειθαρχικό αδίκημα, ως είναι και το πραγματικό νόημα (κατά την άποψή μου) της εν λόγω διάταξης. «Αρθρ. 92. "4. Α) Η συμφωνία από την οποία εξαρτάται η αμοιβή του δικηγόρου από την έκβαση της δίκης και η οποία αναφέρεται σε υποθέσεις από ζημίες αυτοκινήτων (άρθρο 681 Α Κ.Πολ,Δ.) ή σε μισθούς, ημερομίσθια, πρόσθετες αμοιβές για υπερωρίες, εργασία νυκτερινή ή σε Κυριακές ή εορτές, δώρα, αντίτιμο για άδεια ή επίδομα αδείας, αποζημίωση για καταγγελία της συμβάσεως εργασίας και γενικά σε απαιτήσεις που ανάγονται σε εργασιακή σύμβαση υπαλλήλων, εργατών ή υπηρετών (άρθρο 663 Κ.Πολ.Δ.) ή σε αποδοχές γενικά μονίμων δημοσίων υπαλλήλων ή υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. οι οποίοι υπάγονται στη δικαιοδοσία των Διοικητικών Δικαστηρίων καταρτίζεται εγγράφως και γνωστοποιείται στο Δικηγορικό Σύλλογο του οποίου είναι μέλος ο δικηγόρος. Η γνωστοποίηση γίνεται με προσαγωγή δύο πρωτοτύπων και με πράξη που συντάσσεται κάτω από το ένα πρωτότυπο το οποίο παραλαμβάνει ο δικηγόρος. Το άλλο πρωτότυπο παραμένει στα αρχεία του Συλλόγου και καταχωρίζεται αμέσως σε ειδικό βιβλίο. Τα πρωτότυπα, στα οποία αναγράφεται ο αριθμός φορολογικού μητρώου των συμβαλλομένων, προσάγονται σε προθεσμία είκοσι ημερών από την ημέρα της κατάρτισης της συμβάσεως. Αν παρέλθει η προθεσμία αυτή χωρίς να προσαχθεί η σύμβαση στο Σύλλογο, η σύμβαση είναι άκυρη. Φορολογικός νόμος ο οποίος επιβάλλει στον δικηγόρο την υποβολή αντιγράφου του εργολαβικού συμβολαίου στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία εξακολουθεί να ισχύει».
Αντίθετα η μη ύπαρξη έγγραφης σύμβασης και η μη κατάθεσή της στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κρίθηκε ότι δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της εν λόγω σύμβασης. (βλ.ΑΠ 80/2010, δημ.ΝΟΜΟΣ).

9) Το απειλούμενο πρόστιμο των 1.000 ευρώ έως 20.000 ευρώ, που αναφέρεται στην τροποποιούμενη διάταξη του άρθρου 96 παρ.4 εδ.β του Κώδικα περί Δικηγόρων, και βαρύνει τον δικηγόρο που παραβιάζει την υποχρέωση προκαταβολής των δαπανών (ποσοστό 10% επί του ποσού αναφοράς), δηλαδή την έκδοση διπλοτύπου, είναι μάλλον υπερβολικό και όχι αναλογικό της παράβασης και πρέπει να περιοριστεί σε «300 ευρώ έως 5.000 ευρώ».

10) Εάν ψηφιστεί η προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 161 του Κώδικα (που αφορά στα συμβόλαια), επειδή η αμοιβή πλέον καθορίζεται ελεύθερα (μεταξύ εντολέα και δικηγόρου), πέραν της παρακράτησης του εκάστοτε Συλλόγου, η οποία πλέον καταργείται (άρα καταργείται και το μέρισμα των συμβολαίων) και αναφέρεται ως «προκαταβολή εισφοράς» και θα προσδιορίζεται επί του «ποσού ή ποσοστού αναφοράς», που θα καθοριστεί από κοινή υπουργική απόφαση, μετά γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων (η οποία όμως προκαταβολή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ανέρχεται σε συνολικό ποσοστό 50% που γινόταν μέχρι σήμερα για τον Σύλλογό μας, εκ του οποίου ποσοστό 34% πήγαινε στον διανεμητικό λογαριασμό), θα δημιουργήσει επιπρόσθετα τεράστια ζητήματα «αθέμιτου ανταγωνισμού» μεταξύ των συναδέλφων, καθότι θα εισέλθουμε σε διαδικασία «μειοδοτικού διαγωνισμού», κάτι που είχε αποφευχθεί κατά το μέγιστο δυνατόν μέχρι σήμερα με τις καθορισμένες ποσοστιαίες αμοιβές. Ως εκ τούτου θα πρέπει να θεσμοθετηθούν άλλες ασφαλιστικές δικλίδες για την μη εμφάνιση τέτοιων φαινομένων, κάτι που χρειάζεται αρκετή μελέτη και πολύ σκέψη. Σημειωτέον ότι τούτο θα συμβεί άμεσα, καθότι με τη ψήφιση του εν λόγω νομοσχεδίου (που αναμένεται μέσα στον Φλεβάρη), ναι μεν δεν επηρεάζεται ακόμα η υποχρεωτικότητα της παράστασης των δικηγόρων στα συμβόλαια (άρθρο 42 Κώδικα), πλην όμως η ελεύθερη αμοιβή θα έχει ενδεχομένως και χειρότερα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου θα πρέπει να τεθεί το θέμα άμεσα στο Συμβούλιο για την εξεύρεση μίας κοινά αποδεκτής λύσης τόσο όσον αφορά το θέμα του μερίσματος από τα συμβόλαια όσο και η δυνατότητα καθορισμού μιας ελάχιστης αμοιβής.

11) Επίσης, για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται παραπάνω στον αριθμό 3, θα πρέπει κατά την άποψή μου να διαγραφεί από τη προτεινόμενη τροποποίηση των άρθρων 160 και 161 του Κώδικα, που αφορούν στην αμοιβή του δικηγόρου για τον έλεγχο τίτλων και σύνταξη σχεδίου συμβολαίου, η λέξη «γραπτή» συμφωνία.

12) Με την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 161 παρ.6 Κώδικα επαναλαμβάνεται η υφιστάμενη διάταξη για την απαλλαγή από την υποχρέωση της προκαταβολής της εισφοράς (πλέον) στα συμβόλαια συγγενικών κλπ. προσώπων (άρθρο 175 παρ.2) και των αποδεδειγμένα και με απόφαση του Δ.Σ. απόρων (άρθρο 201 παρ.6), πλην όμως έχει πλέον απαλειφθεί η παράγραφος 8 εδ.β, η οποία προέβλεπε απαλλαγή για τους επί παγία αντιμισθία αμειβόμενους δικηγόρους (είτε από ιδιώτες είτε από Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. κλπ.) μόνο για το ποσοστό της αμοιβής τους και όχι της παρακράτησης του ποσοστού κάθε Συλλόγου και είχε ως εξής: «8. Της κατά την παράγραφον 6 υποχρεώσεως προκαταβολής εις τον οικείον Δικηγορικόν Σύλλογον της δικηγορικής αμοιβής απαλλάσσονται : α) οι συμβαλλόμενοι οι εμπίπτοντες εις τας διατάξεις των άρθρων 175 παράγρ. 2 και 201 παράγρ. 6 του παρόντος νόμου, β) συμβαλλόμενου των οποίων αι υποθέσεις διεξάγονται δια δικηγόρων αμειβομένων διά παγίας αντιμισθίας, εφ` όσον ούτοι έχουν προσληφθή εξ μήνας προ της υπογραφής του οικείου συμβολαιογραφικού εγγράφου. Η συνδρομή των ως άνω περιπτώσεων αποδεικνύεται δι` εγγράφου υπευθύνου δηλώσεως του παρισταμένου δικηγόρου, θεωρουμένης της υπογραφής του υπό του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου και επισυναπτομένης εις το πρωτότυπον του συμβολαιογραφικού εγγράφου". "Στην πιο πάνω όμως περίπτωση με στοιχείο β` προκαταβάλλεται στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο το κατά την παράγραφο 7 ποσοστό δικηγορικής αμοιβής." *** Η παρ.8 προστέθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 950/1979 (Α 165). *** Το τελευταίο εδάφιο της παρ.8 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.18 Ν.3226/2004,ΦΕΚ Α 24/4.2.2004.»
Βεβαίως μετά την ελεύθερη συμφωνία της αμοιβής στα συμβόλαια ίσως και δεν υπάρχει νόημα για την διατήρηση της εν λόγω διάταξης, πλην όμως εφόσον ο κάθε Σύλλογος έχει δικαίωμα να καθορίσει κάποιο «ποσοστό προκαταβολής εισφοράς» στα Συμβόλαια, ενδεχομένως και για την διατήρηση κάποιου είδους ‘μερίσματος’, θα πρέπει να διερευνηθεί εάν οι επί παγία αντιμισθία δικηγόροι, που συμβάλλονται στα συμβόλαια, (οι οποίοι πλέον δεν τυγχάνουν της απαλλαγής της προκαταβολής της εισφοράς με την νέα διάταξη), θα πρέπει να καταβάλουν και αυτοί το ίδιο με τους υπόλοιπους δικηγόρους ποσοστό ή όχι.

13) Παρατήρηση: Τέλος η διατύπωση της τροποποιούμενης διάταξης (άρθρο 175 παρ.2) είναι ατυχής «2.Εξαιρετικώς, επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών, χωρίς τον περιορισμό της παραγράφου 1, …..», καθότι πλέον μετά τη τροποποίηση της παρ.1, από την οποία απαλείφθηκε η φράση «ή επί αμοιβή ελάσσονι της υπό του παρόντος νόμου κεκανονισμένης», δεν υπάρχει λόγος να παραμένει η διατύπωση «χωρίς τον περιορισμό της παραγράφου 1», αφού πλέον δεν υπάρχει ο εν λόγω περιορισμός.

Ελπίζοντας ότι οι σκέψεις μου θα βοηθήσουν στα συμφέροντα του κλάδου μας.

Πάτρα, 16η Ιανουαρίου 2011
ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΚΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
Μέλος του Δ.Σ.Πατρών

* Ο Νίκος Πάπακος παρακαλεί τους συναδέλφους, να συμβάλουν με σχόλια και παρατηρήσεις, επί του σχεδίου νόμου, προκειμένου να διαμορφώσουμε μια συνεκτική πρόταση για τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στην άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Το σχέδιο νόμου για το "άνοιγμα" του δικηγορικού επαγγέλματος

Αρθρο 5

Δικηγόροι

1. Το άρθρο 44 του κυρωθέντος με το άρθρο 1ο του ν.δ. 3026/1954 Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

Αρθρο 44

"Ο δικηγόρος τόσο όταν ασκεί ατομικά την δικηγορία όσο και όταν είναι μέλος δικηγορικής εταιρείας, έχει το δικαίωμα να ασκεί ............

το λειτούργημα του στην περιφέρεια του δικηγορικού σύλλόγου του οποίου είναι μέλος καθώς και σε περιφέρειες άλλων δικηγορικών συλλόγων."

2. Οι παράγραφοι 2 έως και 4, καθώς και 7 του άρθρου 54 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Ο παρά πρωτοδικείω δικηγόρος δικαιούται να παρίσταται και να ενεργεί τις σχετικές διαδικαστικές πράξεις ενώπιον όλων των πρωτοδικείων, πολιτικών και διοικητικών, καθώς και όλων των ειρηνοδικείων της χώρας. Κατ' εξαίρεση, δικηγόρος παρά πρωτοδικείω δικαιούται να συμπαρίσταται και ενώπιον Εφετείου με δικηγόρο παρ' εφετείω, κατά τη συζήτηση εφέσεως κατά αποφάσεως Πρωτοδικείου, στη συζητήση ενώπιον του οποίου έλαβε μέρος. Επίσης, δικηγόρος παρά Πρωτοδικείω, εφόσον έχει δεκαετή δικηγορική υπηρεσία δικαιούται, να παρίσταται ενώπιον Εφετείου κατά τη συζήτηση εφέσεως κατ' αποφάσεως πρωτοδικείου, στη συζήτηση ενώπιον του οποίου έλαβε μέρος.

3. Ο παρ' Εφετείω δικηγόρος δικαιούται να παρίσταται και να ενεργεί τις σχετικές διαδικαστικές πράξεις ενώπιον όλων των Πρωτοδικείων και Εφετείων, πολιτικών και διοικητικών, καθώς και ενώπιον όλων των Ειρηνοδικείων της χώρας.

4. Ο παρ' Αρείω Πάγω δικηγόρος δικαιούται να παρίσταται και να ενεργεί τις σχετικές διαδικαστικές πράξεις ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, καθώς και ενώπιον όλων των Πρωτοδικείων και Εφετείων, πολιτικών και διοικητικών, και όλων των Ειρηνοδικείων της χώρας."

"7. Δικηγόρος παρ' Εφετείω, δικαιούται, εφόσον ασκεί το λειτούργημα για δέκα έτη από τα οποία έξη παρ' Εφετείω, να συμπαρίσταται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου, με δικηγόρο παρ' Αρείω Πάγω, επί αναιρέσεως κατά αποφάσεως η οποία εκδόθηκε σε υπόθεση, την οποία χειρίσθηκε πρωτοδίκως ή κατ' έφεση."

3. Οι παράγραφοι 5, 6 και 8 του άρθρου 54 του Κώδικα Δικηγόρων καταργούνται.

4. Το άρθρο 56 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

" Αρθρο 56

"Σε ποινικές υποθέσεις και ενώπιον κάθε ποινικού δικαστηρίου, πλην του Αρείου Πάγου δικάζοντος ως ακυρωτικού, δύναται να παρίσταται και να διενεργεί τις σχετικές διαδικαστικές πράξεις κάθε δικηγόρος. Ο παρ' Αρείω Πάγω δικηγόρος δύναται να παρίσταται και να διενεργεί τις σχετικές διαδικαστικές πράξεις ενώπιον όλων των ποινικών δικαστηρίων."

5.Το πρώτο εδάφιο της παρ'.1 του άρθρου 57 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

"Ο δικηγόρος υποχρεούται να διατηρεί γραφείο στην έδρα του συλλόγου στον οποίο ανήκει."

firepool 6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 92 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Τα της αμοιβής του δικηγόρου ορίζονται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία τούτου και του εντολέως του ή του αντιπροσώπου αυτού, η οποία περιλαμβάνει είτε την όλη διεξαγωγή της δίκης, είτε μέρος ή κατ' ιδίαν πράξεις αυτής, ή κάθε άλλης φύσεως νομικές εργασίες. Οριζόμενες από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου ως υποχρεωτικές ελάχιστες αμοιβές για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας καθώς και για τη διενέργεια εξωδικαστικών νομικών εργασιών, παύουν να ισχύουν.

Στην περίπτωση που δεν προκύπτει ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας, ισχύουν οι οριζόμενες σύμφωνα με τα κατωτέρω νόμιμες αμοιβές. Με βάση τις νόμιμες αμοιβές διενεργείται από τα δικαστήρια η επιδίκαση δικαστικών εξόδων καθώς και η εκκαθάριση πινάκων δικηγορικών αμοιβών στην περίπτωση που δεν προκύπτει έγκυρη έγγραφη συμφωνία περί αμοιβής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 178 παρ. 1.Επίσης βάσει αυτών προσδιορίζεται η αμοιβή του διοριζομένου δικηγόρου υπηρεσίας επί παροχής νομικής βοήθειας σύμφωνα με τον ν. 3226/2004 (Α' 24) ή επί διορισμού δικηγόρου σε περίπτωση παροχής ευεργετήματος πενίας κατά το άρθρο 200 του Κ.Πολ.Δ. ή επί αυτεπαγγέλτου διορισμού δικηγόρου σε ποινικές υποθέσεις.

Οπου στις διατάξεις των άρθρων 98 έως 102, 104 - 123, 125- 134, 139-156, 167 και 169 του παρόντος κώδικα καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη νόμου που περιέχει ρύθμιση περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας, γίνεται αναφορά σε " ελάχιστα όρια αμοιβών" ή " ελάχιστες αμοιβές" ή " αμοιβές" , νοούνται εφεξής οι "νόμιμες αμοιβές" κατά την έννοια των προηγουμένων εδαφίων.

Από τις οριζόμενες στην ΚΥΑ υπ' αριθ. 1117864/2297/Α0012/7-12-2007 (ΦΕΚ Β' 2422) ως υποχρεωτικές "ελάχιστες αμοιβές", εξακολουθούν να ισχύουν αλλά εφεξής ως "νόμιμες αμοιβές" κατά τη ρύθμιση των προηγουμένων εδαφίων, μόνον εκείνες (του Κεφαλαίου Ι "Παραστάσεις σε δικαστήρια"), οι οποίες αναφέρονται στην παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας.

Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, μετά γνώμη της Ολομελείας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, είναι δυνατή επαναρρύθμιση των νομίμων αμοιβών για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας, με την τροποποίηση, συμπήρωση ή αντικατάσταση των διατάξεων που αναφέρονται στα δύο προηγούμενα εδάφια. Το Προεδρικό Διάταγμα μπορεί να εκδίδεται και χωρίς την προβλεπόμενη στο προηγούμενο εδάφιο γνώμη, αν παρέλθει άπρακτη προθεσμία δύο μηνών από τότε που θα ζητηθεί αυτή με έγγραφο του Υπουργού Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Οπου στον παρόντα Κώδικα ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο προβλέπονται νόμιμες αμοιβές, σύμφωνα με τη ρύθμιση της παρούσης παραγράφου, που υπολογίζονται ως ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της δίκης, με το πρώτο Προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει της εξουσιοδοτήσεως των δύο προηγουμένων εδαφίων, αυτές καθορίζονται σε διαδοχικώς φθίνοντα ποσοστά, κατά τρόπο αντιστρόφως ανάλογο προς την κατά καθοριζόμενες βαθμίδες πλαισίων ποσών κλιμακωτή επαύξηση της, εκφραζόμενης ή αποτιμώμενης σε χρήμα , αξίας επί της οποίας αυτά υπολογίζονται.

Το κατά το προηγούμενο εδάφιο πρώτο Προεδρικό Διάταγμα εκδίδεται εντός έξη μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

7. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου του άρθρου 95 του Κώδικα Δικηγόρωνα αντικαθίσταται ως εξής:

"Η συμφωνία περί αμοιβής αποδεικνύεται σε κάθε περίπτωση με την προσκόμιση του περί αυτής εγγράφου".

fotia images 8. Το άρθρο 96 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

"Άρθρο 96

1. Ο δικηγόρος για την παράστασή του ενώπιον των δικαστηρίων και των δικαστικών συμβουλίων, καθώς και ενώπιον δικαστών, υπό την ιδιότητά τους ως ανακριτών ή εισηγητών ή εντεταλμένων δικαστών, και εν γένει για την παροχή υπηρεσιών σχετιζομένων με την ένρξη και τη διεξαγωγή δίκης ή διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας, συμπεριλαμβανομένων και των διαδικασιών παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας ή εκδόσεως δικαστικής διαταγής υποχρεούται να προκαταβάλει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί "ποσού αναφοράς". Από το ποσοστό αυτό, ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) προορίζεται για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών, των υπηρεσιών του Συλλόγου, ποσοστό τρία τοις εκατό(3%) αποδείδεται στον "Τομέα Εοικουρικής Ασφάλισης Δικηγόρων (Τ.Ε.Α.Δ.) του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.)- και ποσοστό πέντε τοις εκατό (5) αποδίδεται στο οικείο Ταμείο Προνοίας Δικηγόρων του ΕΤΑΑ. Ειδικώς στους Δικηγορικούς Συλλόγους Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονικής προκαταβάλλεται ποσοστό δώδεκα τοις εκατ'ο (12%) επί "ποσού αναφοράς", από το οποίο ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) προορίζεται για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των υπηρεσιών του Συλλόγου, ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) προορίζεταιγια τον "ειδικό διανεμητικό λογαριασμό νέων δικηγόρων" του άρθρου 33 παρ 2 του ν. 2915/2001 (ΦΕΚ Α΄109), ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) αποδίδεται στο ΤΕΑΔ του ΕΤΑΑ και ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) αποδίδεται στο οικείο Ταμείο Πρόνοιας Δικηγόρων του ΕΤΑΑ.

Σε περ'ιπτωση αναβολής της συζήτησης ή ματαίωσης της δίκης, η προκαταβολή αναζητείται από το Δικηγόρο που προέβη σε αυτήν. Άλλως, η προκαταβολή ισχύει για την νέα συζήτηση.

Με κοινή ασπόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, καθορίζεται το προβλεπόμενο στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής "ποσό αναφοράς" για κάθε διαδικαστική ενέργεια ή παράσταση του δικηγόρου, και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Η απόφαση μπορεί να εκδίδεται και χωρίς τη γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, αν παρέλθει απρακτη προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που θα ζητηθεί αυτή με έγγραφο του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ως "ποσό αναφοράς", κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας διάταξης, νοείται το ποσό που ορίζεται στην Κ.Υ.Α. υπ' αριθμ. 1117864/2297/Α0012/7.12.2007 (Β' 2422) για την αντίστοιχη διαδικαστική πράξη.

2. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσοστά, τα οποία είναι εφαρμοστέα επί των "ποσών αναφοράς", που ορίζονται στα τρία πρώτα εδάφια της προηγούμενης παραγράφου. Το διάταγμα αυτό μπορεί να εκδίδεται και χωρίς τη γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, αν παρέλθει άπρακτη προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που θα ζητηθεί αυτή με έγγραφο του Υπουργού Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

3. Από την υποχρέωση της προκαταβολής, που ορίζεται και υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, απαλλάσσονται οι δικηγόροι, όταν εκπροσωπούν:

α) Διαδίκους που αναγνωρίζονται ως "πένητες" σύμφωνα με τα άρθρα 194 έως 204 Κ.Πολ.Δ. ή ως δικαιούχοι νομικής βοήθειας σύμφωνα με το ν. 3326/2004.

β) Διαδίκους που εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων 175 παρ. 2 και 201 παρ. 6 αυτού του παρόντος κώδικα,

γ) το Ελληνικό Δημόσιο και

δ) διαδίκους που αμοίβουν τον δικηγόρο τους με πάγια αντιμισθία. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η υποχρέωση προκαταβολής της παραγράφου 1, βαρύνει τον διάδικο, για την καταβολή όμως του ποσού αυτής ευθύνεται εις ολόκληρον και ο δικηγόρος.

Η συνδρομή των περιπτώσεων β' , γ' και δ' αποδεικνύεται με υπεύθυνη δήλωση του Πληρεξούσιου Δικηγόρου.

4. Αναφορικά με την εκπλήρωση της υποχρεώσεως προκαταβολής της παραγράφου 1, ο δικηγόρος που παρίσταται υποχρεούται να καταθέσει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής του ποσού αυτής.

Δικηγόρος που παραβιάζει την υποχρέωση προκαταβολής της παραγράφου 1, υποχρεούται να καταβάλει κάθε ποσό που έπρεπε να έχει προκαταβάλει και τιμωρείται με πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) έως είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής με την πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης από το δικηγορικό λειτούργημα από δεκαπέντε (15) ημέρες μέχρι έξη (6) μήνες.

Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από πρόταση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, τα παραπάνω όρια του ύψους του προστίμου μπορούν να αναπροσαρμόζονται.

Το ποσό προστίμου και κάθε ποσό που έπρεπε να έχει προκαταβληθεί, καταβάλλονται στο ταμείο του οικείου δικηγορικού συλλόγου, εισπράττονται δε κατά τις διατάξεις του άρθρου 79 παρ. 2 του Κώδικα περί Δικηγόρων.

Οι προϊστάμενοι των γραμματειών όλων των δικαστηρίων υποχρεούνται στο τέλος κάθε μηνός να αποστέλουν στους οικείους δικηγορικούς συλλόγους ονομαστικές καταστάσεις των δικηγόρων που παρέστησαν χωρίς να προσκομίσουν το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του παρόντος γραμμάτιο προκαταβολής, μνημονεύοντας ταυτόχρονα τα στοιχεία του διαδίκου για τον οποίο παρέστησαν, τη δικονομική του θέση, την ημερομηνία δικασίμου, το δικαστήριο και το είδος της διαδικασίας".

1224685273_888c89268d 9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 96 Α του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Επί υπάρξεως σε δικηγορικό σύλλογο ιδιαίτερου διανεμητικού λογαριασμού, το κατά το επόμενο εδάφιο της παραγράφου αυτής οριζόμενο ποσοστό, ως πόρος του λογαριασμού τούτου, υπολογίζεται επί " ποσού αναφοράς" , κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου που εφαρμόζεται εν προκειμένω αναλόγως, προκαταβάλλεται δε μαζί με το προκαταβαλλόμενο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου ποσοστό."

10. Τα άρθρα 160 και 161 του κώδικα Δικηγόρων αντικαθίστανται ως εξής:

"Αρθρο 160

Για τον έλεγχο τίτλων ιδιοκτησίας ακινήτου και τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης, η αμοιβή του δικηγόρου καθορίζεται ελεύθερα με γραπτή συμφωνία όπως ορίζει το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 92.

Αρθρο 161

1. Για τη σύνταξη ιδιωτικών εγγράφων ή σχεδίων δημοσίων εγγράφων για κάθε είδους δικαιοπραξίες, η αμοιβή του δικηγόρου καθορίζεται ελεύθερα με γραπτή συμφωνία, όπως ορίζει το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 92.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εκδίδεται μετά παό απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του, και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συστήνεται ιδιαίτερος λογαριασμός για τη σην συγκέντρωση καταβαλλομένων ποσών (υποχρεωτικών εισφορών) από δικηγόρους επί διενεργείας οριζομένων εξωδίκων ή δικαστικών εργασιών και να ρυθμίζονται τα ανγκαία ζητήματα για τη συγκέντρωση των καταβαλλομένων ποσών, τη διανομή τους στα μέλη του Δικηγορικού Συλλόγου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την λειτουργία του λογαριασμού. Με όμοια απόφαση, εκδιδόμενη κατά την ίδια διαδικασία, οι δικηγόροι που προβαίνουν στις νομικές εργασίες της προηγούμενης παραγράφου ή σε άλλες οριζόμενες ειδικές εργασίες, μπορεί να υποχρεούνται σε προκαταβολή εισφοράς προς τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο συγκεκριμένου ποσοστού, επί "ποσού αναφοράς" ή επί "ποσοστού αναφοράς" το οποίο υπολογίζεται επί της αξίας του αντικειμένου της δικαιοπραξίας. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος εκδίδει τριπλότυπη απόδειξη, ένα από τα αντίτυπα της οποίας προσαρτάται από τον συμβολαιογράφο στο συμβόλαιο. Η παράλειψη προσαρτήσεως συνιστά επιθαρχικό αδίκημα του συμβολαιογράφου.

3. Τα "ποσά" ή τα "ποσοστά αναφοράς", με βάση τα οποία υπολογίζονται ποσοστιαίως οι προκαταβολές των δικηγόρων προς τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο, όπως ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μετά γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος. Με όμοια απόφαση τα ποσά και τα ποσοστά αυτά αναπροσαρμόζονται. Η απόφαση, κατά τα δύο προηγούμενα εδάφια, μπορεί να εκδίδεται και χωρίς την γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγρικών Συλλόγων της Ελλάδος, αν παρέλθει άπρακτη προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που θα ζητηθεί αυτή με έγγραφο του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

4. Μέχρι την έκδοση κοινής υπουργικής αποφάσεως κατά το πρώτο εδάφιο της προηγουμένης παραγράφου το "ποσοστό αναφοράς" επί του οποίου υπολογίζεται ποσοστιαίως το ποσό που ο δικηγόρος υποχρεούται να προκαταβάλλει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο σύμφωνα με την παράγραφο 2, ορίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της δικαιοπραξίας ως εξής:

α) για το ποσό μέχρι 44.0000 ευρώ, "ποσοστό αναφοράς 1%,

β) για το ποσό από 44.001 ευρώ και μέχρι 1.467.000 ευρώ, "ποσοστό αναφοράς" 0,5%,γ) για το ποσό από 1.467.001 ευρώ μέχρι 2.935.000 ευρώ ποσοστό αναφοράς 0,4%,

δ) για το ποσό από 2.935.001 ευρώ μέχρι 5.810.000 ευρώ "ποσοστό αναφοράς" 0,3%,

ε) για το ποσό από 5.810.001 ευρώ, μέχρι 14.673.500 "ποσοστό αναφοράς" 0,2%,

στ) για το ποσό από 14.673.501 ευρώ μέχρι 29.347.001 ευρώ, "ποσοστό αναφοράς 0,1%

ζ) για το ποσό από 29.347.001 μέχρι 58.694.000 ευρώ, "ποσοστό αναφοράς" 0,05% και

η) για το ποσό περαν των 58.694.000 ευρώ "ποσοστό αναφοράς" 0,01%

θ) Για δικαιοπραξία της οποίας το αντικείμενο είναι περιοδικές παροχές ή πρόσοδοι απροσδιορίστου χρόνου το "ποσοστό αναφοράς" προσδιορίζεται σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια, βάσει του δπλασίου της ετήσιας παροχής ή προσόδου.

5. Για δικαιοπραξία, της οποίας το αντικείμενο δεν συνίσταται σε ορισμένη χρηματική ποσότητα, η αξία προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, βάσει της πραγματικής αξίας του αντικείμένου της.

Για δικαιοπραξίες επί περισσοτέρων αντικειμένων, η αξία προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, βάσει της αξίας την οποία έχουν συνολικά τα αντικείμενα της.

Γιιιιια δικαιοπραξία της οποίας το αντικείμενο είναι από τη φύση του απροσδιοίρστης αξίας, ληπτέο υπόψη ως "ποσό αναφοράς" είναι το ποσό των 100 ευρώ.

6. Από την υποχρέωση προακαταβολής εισφοράς προς τον Δικηγορικό Σύλλογο, κατά την παράγραφο 2 απαλάσσονται οι δικηγόροι οικ οποίοι εκπροσωπούν συμβαλλόμενους που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 175 παράγραφος 2 και 201 παράγραφος 6 του παρόντος κώδικα.

11. Οι υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση της παραγάφου 7 του άρθρου 161 του Κώδικα Δικηγόρων, όπως αυτό ίσχυε πριν την αντικατάσταση του με την προηγούμενη παράγραφο, διατηρούνται σε ισχύ μέχρι την έκδοση των αντίστοιχών υπουργικών αποφάσεων δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 161, όπως τούτο αντικαθίσταται με την προηγούμενη παράγραφο.

fotia images 12. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 175 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίστανται ως εξής:

"1. Ο Δικηγόρος δεν δύναται να παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν.

2. Εξαιρετικώς , επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών, χωρίς τον περιορισμό της παραγράφου 1, προς σύζυγο ή προς συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του τρίτου βαθμού, καθώς καις προς δικηγόρο ή συνταξιούχο δικηγόρ, εφόσον πρόκεται για προσωπική τους υπόθεση, οι οποίοι όμως προκαταβάλλουν τα δικαστικά έξοδα".

13. Στο άρθρο 176 του Κώδικα Δικηγόρων οι λέξεις "ή εξωδίκους" διαγράφονται.

14. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 178 του Κώδικα Δικηγόρων αντικαθίσταται με δύο εδάφια ως εξής:

"1. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, τα Δικαστήρια κατά την επιδίκαση δικαστικών εξόδων, καθώς και κατά την εκκαθάριση πινάκων δικηγορικών αμοιβών, που διενεργείται στην περίπτωση κατά την οποία δεν προκύπτει ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέως του ή αντιπροσώπου αυτού, εφαρμόζουν τις περί νομίμων αμοιβών διατάξεις του Κώδικα τούτου. Προς τούτο λαμβάνουν υπόψη τον πίνακα των γενομένων εξόδων και των καταβλητέων αμοιβών που παρατίθεται υποχρεωτικά από τους διαδίκους κάτω από τις προτάσεις τους".

15. Οι παράγραφοι 2 έως 7 του άρθρου 7 του ν. 2753/1999 (Α' 249) καταργούνται.

16. Με Π.Δ. που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, διενεργείται κάθε αναγκαία προσαρμογή στις διατάξεις του παρόντος νόμου των διατάξεων του Κώδικα Δικηγόρων καθώς και οποιουδήποτε άλλου νομοθετήματος που αφορά την άσκηση του δικηγορικοόυ επαγγέλματος .

Αρθρο 6

Δικηγορικές εταιρείες

1. Το άρθρο 1 του Π.Δ. 81/2005 (Α' 120) αντικαθίσταται ως εξής

"Αρθρο 1

Ιδρυση εταιρείας μεταξύ δικηγόρων

1. " Δύο ή περισσότεροι δικηγόροι, μέλη του ίδιου ή διαφορετικών δικηγορικών συλλόγων, μπορούν να συστήσουν "Αστική Επαγγελματική Δικηγορική Εταιρεία", με σκοπό την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σε τρίτους και τη διανομή των συνολικών καθαρών αμοιβών, που θα προκύψουν από τη δραστηριιοτητά τους αυτή.

ως έδρα της εταιρείας ορίζεται η έδρα του πρωτοδικείου μιας εκ των πρωτοδικειακών περιφερειών, όπυ ανήκουν αντιστοίχως δικηγορικοί σύλλγοι, στους οποίους είναι εγγεγραμμένα μέλη της εταιορείας.

2. Η δικηγορική εταιρεία δύναται να ιδρύει υποκαταστήματα στην αλλοδαπή σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας της Ε.Ε. και της νομοθεσίας του εκάστοτε κράτους υποδοχής".

3. Σε κάθε δικηγορικό σύλλογο της χώρας, ο συνολικός αριθμός των δικηγορικών εταιρειών, οι οποίες έχουν την έδρα τους στην πρωτοδικειακή του περιφέρεια, καθώς και των δικηγόρων που ασκούν μόνοι τους ελεύθερη δικηγορία απαγορεύεται να περιοριστεί με σύσταση εταιρειών κάτω από το συνολικό αριθμό επτά (7).

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του Π.Δ. 81/2005, αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Η έγκριση του καταστατικού και των τροποποιήσεωςν αυτού γίνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου της έδρας της εταιρείας, που ελέγψχει αν οι διατάξεις του καταστατικού συμφωνούν με τις διατάξεις του νόμου. Αν παρέλοθει άπρακτα διάστημα μηνός από την υποβολή προς έγκριση του καταστατικού ή τροποιήσεως αυτού, η έγκριση λογίζεται παρασχεθείσα".

3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 4 του Π.Δ. 81/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

"4. Η απόφαση της δικηγορικής εταιρείας για ίδρυση υποκαταστήματος γνωστοποιείται εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από τη λήψη της, στο δικηγροικό σύλλογο της έδρας της εταιρίας. Η ίδρυση υποκαταστήματος καταχωρείται στα βιβλία εταιρειών του δικηγορικού συλλόγου της έδρας της εταιρίας".

4. Οπου στο Π.Δ. 81/2005 χρησιμοποιείται ο όρος "οικείος δικηγορικός σύλλογος" νοείται ο "δικηγορικός σύλλογος της έδρας της εταιρείας".